O ρόλος του Διαπραγματευτή στην Διαμεσολάβηση
Ο Διαπραγματευτής θα πρέπει να συμβάλλει αποτελεσματικά στην εξεύρεση λύσης από τους ενδιαφερόμενους σχετικά με την διαφορά τους, την οποία λύση απαγορεύεται να τους την υποδείξει, έστω και εμμέσως.
Αν και δεν έχει συνταχθεί κώδικας δεοντολογίας διαπραγματευτών, στην διαμεσολάβηση υφίσταται ο Κώδικας Δεοντολογίας των Διαμεσολαβητών και οφείλει να τον τηρεί απαρεγκλίτως.
Ελέγχει την
εξουσιοδότηση/πληρεξουσιότητα των εκπροσωπούντων τα μέρη στη διαμεσολάβηση.
Στην Ελλάδα τα μέρη παρίστανται στη διαμεσολάβηση υποχρεωτικά με τους
δικηγόρους τους.
Πραγματοποιεί ενημερωτική προκαταρκτική επικοινωνία με τους δικηγόρους των δύο πλευρών για την διαδικασία της διαμεσολάβησης και διευκρινίζει ποιά πρόσωπα θα συμμετάσχουν στη διαμεσολάβηση. Περαιτέρω, ερευνά αν τα μέρη έχουν ξεκινήσει νομικές ή δικαστικές ενέργειες και πώς αυτές μπορούν να αναβληθούν κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης.
Ενημερώνει τα μέρη για το κόστος και τις χρεώσεις της διαμεσολάβησης και την κατανομή τους μεταξύ των μερών, διασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή των μερών στη διαδικασία (ίδιο χρόνο ομιλίας για κάθε μέρος κ.λπ.) και εξηγεί στα μέρη τις αρχές και την διαδικασία της διαμεσολάβησης.
Καθορίζει εκ των προτέρων τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί σε περίπτωση που κάποιο από τα μέρη ή ο διαμεσολαβητής δεν επιθυμεί να παραμείνει στη διαδικασία.
Υπογράφει με
τα μέρη συμφωνία υπαγωγής της διαφοράς σε διαμεσολάβηση. Η συμμετοχή στη
διαμεσολάβηση μπορεί να είναι εκούσια ή υποχρεωτική από το νόμο.
Δεσμεύεται από την αρχή της εμπιστευτικότητας. Καμία πληροφόρηση από το Διαμεσολαβητή προς τρίτους ή το Δικαστήριο για θέσεις, προτάσεις, συμφωνίες που αντηλλάγησαν στα πλαίσια της διαμεσολάβησης. Καλλιεργεί κλίμα εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του και στη διαδικασία.
Διερευνά τα
πραγματικά ενδιαφέροντα και τις πραγματικές ανάγκες των μερών σε κατ' ιδίαν συναντήσεις. Διαμορφώνει με
τα μέρη τον κατάλογο των θεμάτων προς επίλυση. Εντοπίζει τα
σημεία εμπλοκής και ασυμφωνίας των μερών. Ενθαρρύνει τη
συμμετοχή των μερών στη διαδικασία και την επίτευξη συμφωνίας.
Βοηθά τα μέρη να διαπραγματευτούν:
Υποβάλλoντας ανοιχτού τύπου
ερωτήσεις, π.χ. Τι μας έφερε σε αυτή την κατάσταση; Τι προσπαθούμε
να πετύχουμε εδώ; Πως μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα;
SΑναδιατυπώνοντας,
(π.χ. για να είμαι
βέβαιος/η ότι κατάλαβα σωστά, επιβεβαιώστε μου παρακαλώ ότι εννοείτε.....) για καλύτερη κατανόηση, άμβλυνση οξείων εκφράσεων και
μετρίαση/αποφυγή εντάσεων. Συνοψίζοντας,
για επιβεβαίωση των λεχθέντων, κ.λ.π.
Εισέρχεται στους πραγματικούς λόγους της αντιδικίας που υποκρύπτονται κάτω από τις θέσεις των μερών και προσπαθεί να αναδείξει και να αναγνωρίσει τα συναισθήματα που εμποδίζουν την προσέγγιση των μερών. Διερευνά όλες τις δυνατές λύσεις και διαχειρίζεται τις προσδοκίες των μερών. Εξετάζει μαζί με τα μέρη την ρεαλιστικότητα των θέσεων τους και τα βοηθά να ξεπεράσουν τα αδιέξοδα.
Προσανατολίζει
τα μέρη στο μέλλον και στην επίτευξη συμφωνίας χρησιμοποιώντας αντικειμενικά
κριτήρια.